τι όνειρο κι αυτό!
έσκαβε λέει τον εύφορο κήπο
να βρει μια ρίζα χωμένη από παλιά
εντελώς απούσα από την καρποφορία της ζωής
στο φως να τη βγάλει μήπως και ανθίσει ξανά
και δώστου με την αξίνα, βαθιές αυλακιές
με ορμή και λύσσα στην καρδιά του κήπου
προχώρησε πολύ, ώσπου βρήκε ένα σκελετό
γεμάτο σκουλήκια, φαγωμένο, άκαμπτο,
τον ρώτησε για την πολυπόθητη ρίζα
απάντηση δεν έλαβε
ακόμη μια φορά η σιωπή…
τότε μόνο, σκέφτηκε τον κήπο
που πάντα εκεί έστεκε, δίνοντας ζωή
χαρακωμένος καθώς ήταν
θανάσιμα πληγωμένος
έχανε τη λάμψη του
τη μοσκοβολιά του
αργά -αργά σάπιζε
σκελετός γινόταν κι αυτός
σιωπή…
(ΥΓ: όταν ξύπνησε... κατάλαβε πόσο μάταιο είναι να σκάβει κήπους ανθισμένους...
ψάχνοντας για σκελετούς )